Sunday, 10 November 2019

Ανεμογεννήτριες και Πράσινη Ανάπτυξη: Οι σκοτεινές αποχρώσεις του πράσινου


Τρέλα είναι να κάνεις το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά
και κάθε φορά να περιμένεις διαφορετικό αποτέλεσμα»
(Rita Mae Brown, 1983)
              Πιάσαν τελευταία να ηχούν όλο και πιο δυνατά οι καμπάνες της Πράσινης Ανάπτυξης. Τα νέα τώρα δεν θα αργήσουν να φτάσουν και στη Νικαριά. Πέρα πέρα στην υπόλοιπη Ελλάδα ξεκινούν οι εργασίες για την κατασκευή «αιολικών πάρκων» (ή πιο πρόσφατα «αιολικών πεδίων»). Ξεκινά η Πράσινη Ανάπτυξη. Στο μεταξύ, από τα Άγραφα, την Κάρυστο της Εύβοιας έως την Τήνο, τη Νάξο και το Αποπηγάδι της Κρήτης, οι κάτοικοι ξεσηκώνονται για να προασπιστούν τις βουνοκορφές και, μαζί με αυτές, τα νερά, τη βιοποικιλότητα, το μικροκλίμα, τις παραγωγικές τους δραστηριότητες (π.χ. τουρισμός), την ίδια τους τη ζωή. Πεπεισμένοι για το δίκαιο της υπόθεσής τους στέκονται εμπρός σε μπουλντόζες που ανεβαίνουν στις βουνοκορφές συνοδευόμενες από αστυνομικές δυνάμεις και εταιρείες σεκιούριτι, όπως είδαμε να συμβαίνει πρόσφατα, στις 19 του Σεπτέμβρη, στα Άγραφα.


Αποκαλούνται «πάρκα», αλλά μόνο κατ’ ευφημισμό, διότι τίποτα κοινό δεν έχουν με τα δασύλλια ή τους χώρους πρασίνου της πόλης. Για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, πρόκειται για βιομηχανικούς αιολικούς σταθμούς παραγωγής ενέργειας, αποτελούμενους από ανεμογεννήτριες μεγάλων διαστάσεων, τις λεγόμενες Β.Α.Π.Ε. Για τη Νικαριά ειδικά, το σχέδιο Ανάπτυξης, πράσινης απόχρωσης, περιλαμβάνει την εγκατάσταση γιγαντιαίων ανεμογεννητριών, που θα παράγουν συνολικά 330 MW. Προφανώς, οι τεράστιες ποσότητες πράσινης ενέργειας που παράγουν οι Β.Α.Π.Ε. δεν έχουν καμία σχέση με τις ενεργειακές ανάγκες τοπικών κοινωνιών. Αυτές, άλλωστε, μπορούν να υπερκαλυφθούν με πολύ μικρότερης κλίμακας μέσα παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (βλ. έργα ΑΠΕ). Στην περίπτωση της Ικαρίας, το ήμιση των ενεργειακών της αναγκών θα παράγεται πλέον από το υδρο-ηλεκτρικό της ΔΕΗ Ανανεώσιμες στην Προεσπέρα. Είναι ξεκάθαρο, συνεπώς, ότι τα σχέδια πράσινης ανάπτυξης που αποτυπώνονται στον ενεργειακό χάρτη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας , αποτελούν επιχειρηματική δραστηριότητα με αντικείμενο την παραγωγή και εξαγωγή πράσινης ενέργειας και σκοπό τη μεγιστοποίηση του ιδίου οφέλους (βλ. κέρδος). Βέβαια, για την παραγωγή πράσινης ενέργειας, οι εταιρείες θα χρειαστούν τους ανέμους που φυσούν ελεύθερα (και δωρεάν), τα βουνά, τα οποία θα εκμισθώσουν φτηνά φτηνά, παίρνοντας ως μπόνους τα νερά (βλ. υδρο-ηλεκτρικά). Θα χρειαστούν, με δυο λόγια, κοινά/κοινοτικά/δημόσια αγαθά. Επιπλέον, θα χρειαστούν ζεστό χρήμα. Αυτό θα προέλθει από τις ευρωπαϊκές και εθνικές επιδοτήσεις, οι οποίες πάντα χρηματοδοτούνται από τους πολίτες (βλ. τέλος ΑΠΕ στους λογαριασμούς της ΔΕΗ). Θα προέλθει, εν ολίγοις, από δημόσιο χρήμα!

Μπορεί η συμφωνία να μοιάζει υπερβολικά καλή για τους επενδυτές της πράσινης ανάπτυξης (βλ. δωρεάν πρώτες ύλες, φτηνές βουνοκορφές και δημόσιο χρήμα) και κάπως κοστοβόρα για τις τοπικές κοινωνίες (βλ. Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, αντιδράσεις τοπικών κοινωνιών). Αλλά, μας λένε, αυτές τις «πράσινες επενδύσεις» θα τις κάνουν για το καλό μας. Γιατί μόνο έτσι θα αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή. Στο κάτω κάτω τι; Είμαστε κατά της πράσινης ενέργειας και, επ’ ευκαιρία αυτής, είμαστε ενάντια στην πράσινη ανάπτυξη; «Επιτέλους», αναφωνούν κάποιοι, «τι θέλετε; να γυρίσουμε στις σπηλιές; Να συνεχίσουν να πεθαίνουν για μας στην Πτολεμαΐδα»;

Ποιος μπορεί να διαφωνήσει με την ανάγκη να σώσουμε τον πλανήτη, να σταματήσουμε την κλιματική αλλαγή; Ποιος μπορεί να διαφωνήσει για την ανάγκη της ενεργειακής μετάβασης σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας; Η δραστικότητα ενός σλόγκαν για τους σκοπούς της προπαγάνδας, μας λέει ο Noam Chomsky, οφείλεται στην κενότητα του περιεχομένου του, στο ότι δεν σημαίνει τίποτε, ακριβώς γιατί όλοι τάσσονται υπέρ του˙ και η αξία του έγκειται στο ότι κρατά το κοινό απασχολημένο. Πετυχημένο σλόγκαν είναι εκείνο υπέρ του οποίου θα συσπειρωθούν όλοι έναντι εκείνων των περιθωριοποιημένων, παράξενων ανθρώπων που διαφωνούν με τον «κοινό νου». Έτσι, το πλήθος απασχολείται διαφωνώντας πάνω σε κάτι που είναι κενό περιεχομένου, αντί να διερωτάται αν υποστηρίζει την πολιτική που ακολουθείται (Chomsky 2002: 26).

      Το κύριο πρόβλημα με την πολιτική που ακολουθείται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι ότι αναπαράγει τα αίτια της κλιματικής αλλαγής. Εν πρώτοις, οι τεράστιες ποσότητες πράσινης ενέργειας που θα παραχθούν προορίζονται για την ενεργειακή τροφοδότηση της ίδιας υπερκαταναλωτικής κοινωνίας, για τις ανάγκες της οποίας θα συνεχίσουν να παράγονται τοξικά και βιομηχανικά απόβλητα, σκουπίδια και πλαστικά. Όπως θα εξακολουθήσουν και οι εξορύξεις πετρελαίου, σπάνιας γαίας -εκείνου του ορυκτού μετάλλου που είναι τόσο απαραίτητο για τον υψηλής τεχνολογίας πολιτισμό μας- και άλλων ορυκτών και αερίων από τα έγκατα της γης. Επιπλέον, η ενεργειακή μετάβαση στην πράσινη ενέργεια παραμένει απολύτως ελεγχόμενη από τις ίδιες κολοσσιαίες πολυεθνικές, που με την επιχειρηματική τους δράση έχουν προκαλέσει την κλιματική αλλαγή. Έτσι, οι ίδιοι που μας έχουν φέρει στο χείλος του γκρεμού υπόσχονται τώρα πώς θα μας σώσουν! Ακόμη, αναπαράγονται οι ίδιες δομές ανισότητας: ο πλούσιος ευρωπαϊκός βορράς διασφαλίζει φτηνή πράσινη ενέργεια και φτηνό μαύρο χρυσό από τις φτωχές ή «χρεωκοπημένες» χώρες του μεσογειακού νότου. Παράλληλα, ο πλούσιος βορράς δημιουργεί μια αγορά για τα μέσα παραγωγής πράσινης ενέργειας που παράγει. Και θα την έχει για καιρό, αφού τα μέσα παραγωγής πράσινης ενέργειας καθίστανται παρωχημένα με ραγδαίους ρυθμούς –εκείνους της τεχνολογικής εξέλιξης. Την ίδια ώρα ενισχύεται η φτωχοποίηση πληθυσμών, που αργά ή γρήγορα αναμένεται ότι θα εκτοπιστούν εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Για την εγκατάσταση αιολικών βιομηχανικών σταθμών, θα χρειαστεί η ισοπέδωση βουνοκορφών και η διάνοιξη δρόμων στις πλαγιές τους. Όμως, η διάνοιξη δρόμων σε επικλινή εδάφη, σύμφωνα με στοιχεία της Εθνικής Επιτροπής για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης, επιταχύνει το φαινόμενο της ερημοποίησης κατά 30-200 φορές! Έτσι, η πράσινη ανάπτυξη, στο όνομα της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, καταλήγει να εντείνει το φαινόμενο της ερημοποίησης, τον υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο που αντιμετωπίζει σχεδόν το σύνολο των νησιών του Αιγαίου εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής -όπως αποτυπώνεται στον Χάρτη Δυνητικού Κινδύνου Ερημοποίησης της Ελλάδας. Αυτή η τόσο καίρια αντίφαση, η επιτάχυνση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στο όνομα της αντιμετώπισής της, βρίσκεται στην καρδιά μιας σειράς αντιφάσεων, που (παραδόξως) στα μάτια πολλών δεν μοιάζουν ως παραδοξότητες. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι εκείνοι που καραδοκούν για αυτές τις «πράσινες επενδύσεις», με τους ομολογουμένως ευνοϊκούς όρους, είναι οι ίδιοι που αντλούν πετρέλαια ή πασχίζουν να αντλήσουν υδρογονάνθρακες από τα βάθη του Αιγαίου. Ούτε μοιάζει παράδοξο το ότι πρόκειται για τους ίδιους που μολύνουν ολόκληρες περιοχές και υδροφόρους ορίζοντες (βλ. δραστηριότητα Ομίλου Μυτιληναίου στα Αντίκυρα Βοιωτίας).
       Οι αντιφάσεις που βρίσκονται στην καρδιά της Πράσινης Ανάπτυξης είναι ο λόγος για τον οποίο (και) αυτή η απόχρωσης ανάπτυξη έχει θύματα. Η εγκατάσταση και λειτουργία βιομηχανικών μονάδων παραγωγής πράσινης ενέργειας έχει περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικο-πολιτισμικές επιπτώσεις, έως και επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία -ζητήματα για τα οποία διεξάγεται σημαντική επιστημονική έρευνα για πάνω από σαράντα χρόνια. Οι πολλαπλές και πολυδιάστατες επιπτώσεις της πράσινης ανάπτυξης είναι οι λόγοι για τους οποίους οι κάτοικοι της μιας περιοχής μετά την άλλη οργανώνονται και αντιστέκονται. Είναι, όμως, και οι λόγοι για τους οποίους εκτοπίζονται ολόκληροι εντόπιοι πληθυσμοί, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, από τη Λατινική Αμερική, την Ασία και την Αφρική έως την Ευρώπη και την Αμερική (βλ. Ενδεικτικό πίνακα εκτιμώμενου αριθμού εκτοπισμένων ανά αναπτυξιακό project, όπως παρατίθεται στο Terminski 2013: 156-158) .

         Για όλους τους παραπάνω λόγους, η πολιτική που ακολουθείται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η λεγόμενη πράσινη ανάπτυξη, χρειάζεται τη συμβολή της προπαγάνδας. Ενίοτε χρειάζεται και τη συνοδεία κρατικών και ιδιωτικών δυνάμεων καταστολής (βλ. Άγραφα). Η προπαγάνδα, μας λέει ο Chomsky, εκτός από ένα κενό περιεχομένου σλόγκαν –εν προκειμένω, χρώματος πράσινου- χρειάζεται απαραιτήτως τη συνδρομή των «ειδικών», εκείνων που προέρχονται από την τάξη των μορφωμένων και έχουν ταχθεί (με το αζημίωτο) να υπηρετούν τα συμφέροντα των ολίγων και ισχυρών. Εκείνοι αναλαμβάνουν να καθοδηγήσουν το «εν συγχύση» πλήθος, που σύμφωνα με το δόγμα της «φιλελεύθερης δημοκρατίας» είναι ανίδεο και ανίκανο να συμμετέχει ενεργά στη διαχείριση των ζητημάτων που αφορούν στην ίδια του τη ζωή και, όταν τυχόν συμμετέχει, ή έστω αυτό επιζητεί, γίνεται επικίνδυνο (Chomsky 2002: 16-18). Το συλλογικό μας συμφέρον το γνωρίζουν καλύτερα από εμάς οι «ειδικοί» και προς αυτό θα μας καθοδηγήσουν. Άλλο που αυτό που μας λένε ότι είναι το «συλλογικό μας συμφέρον» μεγιστοποιεί το ίδιον όφελος πολυεθνικών, και αναπαράγει το ίδιο αδηφάγο οικονομικό σύστημα, που χρειάζεται να αντλεί πόρους δίχως αύριο και να μολύνει το περιβάλλον με τρομερά δηλητήρια, που μένουν αέναα στον πλανήτη. Άλλο που καταλήγουμε να κάνουμε το ίδιο πράγμα, περιμένοντας αυτή τη φορά να έχει διαφορετικό αποτέλεσμα (βλ. ορισμό τρέλας). Άλλωστε, αυτό που εμείς θα νομίζαμε για συλλογικό μας συμφέρον, την ενεργή συμμετοχή σε μικρής κλίμακας μέσα παραγωγής πράσινης ενέργειας, στο πλαίσιο της «φιλελεύθερης δημοκρατίας», θα ήταν ό,τι το Wagner Act του 1935 για τα εργασιακά δικαιώματα: μια «δημοκρατική εκτροπή» που χρειάζεται να αποσοβηθεί εν τη γενέσει της. Θυμηθείτε, το πλήθος είναι ανίκανο να αποφασίσει για θέματα που το αφορούν, και αν τυχόν θελήσει να οργανωθεί ώστε να συμμετέχει ενεργά -εν προκειμένω στην παραγωγή πράσινης ενέργειας με σκοπό τη μέγιστη δυνατή ενεργειακή αυτονομία- τότε χαρακτηρίζεται ως «επικίνδυνο», εχθρός του «κοινού νου» και του «δημοσίου συμφέροντος». Γι’ αυτό, μας λένε, είναι σοφότερο να παραμείνουμε θεατές, να κοιτάξουμε τη δουλίτσα μας.
Σε αυτή την «πράσινη» συνθήκη, το «αναπτυξιακό» σχέδιο για τη Νικαριά προϋποθέτει την ιδιωτικοποίηση/εμπορευματοποίηση του κατεξοχήν κοινού/ κοινοτικού/δημοτικού αγαθού του νησιού μας, των βουνοκορφών του Αθέρα, και επισύρει περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεις κοινών/κοινοτικών/δημόσιων αγαθών, με κύριο από αυτά τα νερά. Ήδη από τη δεκαετία του 1940, ο Κάρλ Πολάνυι έχει κρούσει τον κώδωνα για τους κινδύνους που ελλοχεύει η εμπορευματοποίηση της φύσης για το περιβάλλον και τις ανθρώπινες κοινωνίες. Απέναντι σε αυτήν την προοπτική, κάτοικοι οργανωμένοι σε συλλογικότητες στέκονται όρθιοι και αγωνίζονται για την προάσπιση των βουνοκορφών τους. Και, μαζί με αυτές, προασπίζονται όλα όσα έχουν σημασία για την ίδια τους τη ζωή (νερά, βιοποικιλότητα κ.α.), όπως και το δικαίωμα τους να ζουν εκεί όπου ζουν, από πάππου προς πάππου. Με αυτούς τους δίκαιους αγώνες οφείλουμε να συστρατευθούμε. Διότι αν παραμείνουμε αδρανείς, απλοί θεατές -όπως, άλλωστε, επιδιώκεται με κάθε μέσο (προπαγάνδα, στρατιωτικές επεμβάσεις κ.α.)-, τα θύματα της πράσινης ανάπτυξης, πολύ σύντομα, θα είμαστε εμείς. Και αυτό είναι τουλάχιστον ανεύθυνο απέναντι στις επόμενες γενεές.

Μ.Μ.Γ.
gagmaba@yahoo.gr
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Πυξίδα

1 comment:

  1. This comment has been removed by a blog administrator.

    ReplyDelete