Monday, 25 November 2013

Σύντομη ιστορική επισκόπηση του πολέμου στη Συρία, 2006-2014 - Μέρος πρώτο...



Προλεγόμενα
Στους τελευταίους δύο μήνες, ο πόλεμος στη Συρία, οδηγείται με γρήγορα βήματα στο τέλος του... Τα χειρότρα σενάρια δεν επαληθεύτηκαν. Οι διαπραγματεύσεις για μια πλήρη συμφωνία βρίσκονται σε εξέλιξη. Ο Συριακός στρατός προελαύνει ανακαταλαμβάνοντας τις πόλεις και το κομμάτι της υπαίθρου που βρίσκονταν στον έλεγχο των ανταρτών. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι Σύροι αντάρτες προτιμούν να συνεργαστούν με τις κυβερνητικές δυνάμεις, ενώ οι προσκείμενες στην Αλ Κάιντα ομάδες φανατικών ισλαμιστών, απομονωμένες, περιορίζονται σε στυγνή τρομοκρατία. Οι υποστηρικτές τους στο εξωτερικό αποσύρονται σταδιακά, ενώ τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ, αγνοούν τελείως το θέμα, σαν να μη συνέβη ποτέ τίποτα από όσα εξωφρενικά παρουσίαζαν όλον αυτό τον καιρό. 
Μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις, είναι σκόπιμο ίσως να ρίξουμε μια τελευταία σύντομη ματιά στην ιστορία αυτού του πολέμου... Να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα κάτω από το φως των σύγχρονων εξελίξεων και να διδαχτούμε από αυτά. Κυρίως όμως, να κρατήσουμε αυτά τα συμπεράσματα ζωντανά στο μυαλό μας, για τη στιγμή που ο ιμπεριαλισμός θα εξαπολύσει την προπαγάνδα του για έναν νέο κατασκευασμένο πόλεμο.


Το κείμενο που ακολουθεί κάνει μια τέτοια προσπάθεια, γι' αυτό και αποφάσισα να το μεταφράσω στα ελληνικά. Λόγω μεγέθους, δημοσιεύεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος που ακολουθεί παρακάτω, καταγράφει τα βασικά ιστορικά γεγονότα, από το 2006, μέχρι και το καλοκαίρι του 2013.. Στο δεύτερο μέρος περιέχονται οι προβλέψεις του συγγραφέα για τις εξελίξεις μετά τον Σεπτέμβριο, οπότε και δημοσιεύτηκε το άρθρο. Εύκολα γίνεται φανερό σε όσους παρακολουθούν την  επικαιρότητα, ότι βασικές προβλέψεις έχουν μέχρι τώρα επαληθευτεί. Τέλος στο δεύτερο μέρος περιλαμβάνονται επίσης και τα βασικά συμπεράσματα του συγγραφέα.
Πρωτότυπο κείμενο εδώ
Μετάφραση στα ελληνικά: Κ.Χ. Χαραλαμπίδης

 Σύντομη ιστορική επισκόπηση του πολέμου στη Συρία, 2006-2014 - Μέρος πρώτο...
Το 2006 ο στρατός των ΗΠΑ ήταν σε πόλεμο στο Ιράκ. Κάποιες από τις εχθρικές προς αυτόν δυνάμεις, με τις οποίες βρισκόταν σε σκληρή σύγκρουση, έμπαιναν στη χώρα από τη Συρία. Την ίδια χρονιά, το Ισραήλ, έχασε τον πόλεμο εναντίον της Χεζπολάχ. Οι ένοπλες δυνάμεις του είχαν πέσει σε ενέδρες,όσες φορές προσπαθούσαν να προωθηθούν βαθύτερα στο Λίβανο, ενώ η Χεζμπολάχ είχε καταφέρει να εξαπολύει συνεχώς ρουκέτες κατά στρατιωτικών στόχων, αλλά και ισραηλινών πόλεων. Η Χεζμπολάχ εξοπλιζόταν με ρουκέτες και άλλο εξοπλισμό από τη Συρία, αλλά και το Ιράν, πάλι μέσω Συρίας. Τα μακροπρόθεσμα σχέδιά του Ισραήλ να επιτεθεί στο Ιράν και έτσι να διατηρήσει την στρατιωτική ανωτερότητα στη Μέση Ανατολή, εξαρτώνταν από την εξάλειψη των δρόμων εφοδιασμού της Χεζμπολάχ. Στο μεταξύ, οι αντιδραστικές σουνιτικές χώρες του Αραβικού Κόλπου, κυρίως η Σαουδική Αραβία, είδαν τα αδέρφια τους, τους σουνίτες του Ιράκ να ηττώνται και μια σιιτική κυβέρνηση να αναλαμβάνει τον έλεγχο της χώρας, με την υποστήριξη του Ιράν. Όλες αυτές οι χώρες είχαν λόγους να θέλουν τον πόλεμο ενάντια στη Συρία. Επίσης υπήρχαν και οικονομικοί λόγοι για τους οποίους κάποιοι επιβουλεύονταν την ανεξαρτησία της Συρίας. Τα σχέδια για έναν αγωγό φυσικού αερίου από το Κατάρ στη Συρία, έρχονταν σε σύγκρουση με εκείνα του αγωγού Ιράν-Συρίας. Τέλος, τα μεγάλα κοιτάσματα φυσικού αερίου που είχαν ανακαλυφθεί στα παράλια του Ισραήλ και του Λιβάνου, πολύ κοντά στις συριακές ακτές, περιέπλεκαντην ήδη τεταμένη κατάσταση.
Στα τέλη του 2006, οι ΗΠΑ άρχισαν να χρηματοδοτούν κάποιες συριακές ομάδες εξορίστων που αντιπολιτεύονταν το κυβερνών Μπααθικό Κόμμα της Συρίας. Αυτές οι ομάδες εξορίστων αποτελούνταν κυρίως από μέλη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, που είχαν διαφύγει στο εξωτερικό μετά την αποτυχία των αιματηρών εξεγέρσεών τους ενάντια στο συριακό κράτος, την περίοδο μεταξύ 1976 και 1982. Το 2007, οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία συμφώνησαν σε ένα σχέδιο για αλλαγή καθεστώτος στη Συρία. Ο απώτερος στόχος ήταν η καταστροφή του «μετώπου» Χεζμπολάχ, Συρίας και Ιράν.
Για να υπονομεύσει το κατ’ εξοχή σιιτικό Ιράν, η κυβέρνηση Μπους, αποφάσισε πράγματι να αναθεωρήσει τις προτεραιότητές της στη Μέση Ανατολή. Έτσι, συνεργάστηκε με το καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας στην διεξαγωγή παράνομων επιχειρήσεων εντός του σουνιτικού Λιβάνου, με εμφανή στόχο το αδυνάτισμα της Χεζμπολάχ, της σιιτικής οργάνωσης που ποστηρίζεται από το Ιράν. Οι ΗΠΑ επίσης πήραν μέρος σε παράνομες επιχειρήσεις σε βάρος του Ιράν και της συμμάχου του Συρίας. Παράγωγο αυτών των δραστηριοτήτων υπήρξε και η ενίσχυση εξτρεμιστικών σουνιτικών ομάδων που υιοθετούν το όραμα του στρατευμένου Ισλάμ και οιν οποίες είναι κατά βάση εχθρικές προς τις ΗΠΑ, ενώ πρόσκεινται προς την Αλ Κάιντα.
Το 2011, η συριακή οικονομία παρουσίασε μια σοβαρή επιδείνωση. Είχε προηγηθεί μια τρίχρονη ξηρασία, σαν αποτέλεσμα γενικότερων κλιματολογικών αλλαγών, αλλά και λόγω της κατασκευής  μεγάλων φραγμάτων και αρδευτικών έργων από την συνορεύουσα Τουρκία, γεγονός που έφερε σοβαρή μείωση των υδάτινων πόρων στη Συρία…
Ο ρόλος των Ηπα σύμφωνα με το σχέδιο, ήταν να παράσχει τα μέσα και την κάλυψη της «κοινής γνώμης» για την εξέργερση. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποίησε τα συνηθισμένα της προπαγανδιστικά εργαλεία. Στρατολογήθηκαν πολίτες για το ρόλο του «ερασιτέχνη δημοσιογράφου», εκπεισεύτηκαν και τους παρασχέθηκαν κάμερες και εξοπλισμός επικοινωνίας, για να μπορούν να προπαγανδίζουν προς τα ΜΜΕ. Άλλοι εκπαιδέυτηκαν να οργανώνουν «ειρηνικές διαμαρτυρίες». Οι Σαουδάραβες ανέλαβαν το πιο σκοτεινό μέρος του σχεδίου. Χρηματοδότησαν και εξόπλισαν αντάρτικες ομάδες, συχνά προσκείμενες στην Μουσουλμανική Αδελφότητα. Οι ομάδες αυτές είχαν αποστολή να προκαλέσουν μια ευρύτερη εξέγερση, άλλοτε χτυπώντας θέσεις του συριακού στρατού και άλλοτε επιτιθέμενοι σε ειρηνικούς διαδηλωτές. Το κύριο μέρος του σχεδίου πρόβλεπε τη διάδοση μιας αποσχιστικής αντίληψης που θα διαμοίραζε την έτσι κι αλλοιώς διηρημένη Συρία σε περισσότερες «οντότητες».
Μια τοπική αναταραχή στην πόλη Ντεράα, κοντά στα ιορδανικά σύνορα, χρησιμοποιήθηκε για να ξεκινήσει η εξέργερση. Στη διάρκεια μιας ειρηνικής διαδήλωσης, άρχισαν να πέφτουν πυροβολισμοί, τόσο εναντίον της αστυνομίας, όσο και των διαδηλωτών. Αναπόφευκτα, οι δύο πλευρές αντέδρασαν κλιμακώνοντας τη σύγκρουση. Οι εξοπλισμένες από την Σαουδική Αραβία ομάδες, χτύπησαν τους αστυνομικούς. Εκείνοι, έχοντας ήδη νεκρούς, απάντησαν και προχώρησαν σε αντίποινα εναντίον των διαδηλωτών. Μερικοί από αυτούς πήραν όπλα και χτύπησαν τους κυβερνητικούς. Οι «πολίτες δημοσιογράφοι» προέβαλαν τα θύματα από την πλευρά των «ειρηνικών διαδηλωτών», ενώ ποτέ δεν ανέφεραν εκείνα της κυβερνητικής πλευράς.. Τα «δυτικά» πρακτορεία ειδήσεων, ακολούθησαν αυη τη ροή πληροφοριών. Πηρήνες σε άλλες συριακές πόλεις ενεργοποιήθηκαν με τη γνωστή διαδικασία. Πάλι ξεκίνησαν «ειρηνικές διαδηλώσεις», οι οποίες παρείχαν κάλυψη στην «Τρίτη Δύναμη», όπως την χαρακτήρισαν οι εκπρόσωποι της επιτροπής διερεύνησης του Αραβικού Συνδέσμου.  Οι ομάδες αυτές πολεμούσαν ενάντια στις κυβερνητικές δυνάμεις και ταυτόχρονα, υποκινούσαν τους διαδηλωτές να πάρουν τα όπλα. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ βοηθούσε προωθώντας τη δική της προπαγάνδα, για παράδειγμα διαδίδοντας ψέματα ότι το συριακό πυροβολικό είχε αναπτυχθεί κατά των διαδηλωτών, κάτι που δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα εκείνη την εποχή. Avaaz, η Διεθνής Αμνηστεία και το Παρατήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, συντάχθηκαν με την προπαγανδιστική εκστρατεία κατά της συριακής κυβέρνησης. Διαδικτυακές επιθέσεις κατά της ιστοσελίδας του συριακού πρακτορείου ειδήσεων, συνέβαλαν να φιμωθεί η άλλη πλευρά. Μέχρι σήμερα, η ιστοσελίδα του Συριακού Αραβικού Πρακτορείου Ειδήσεων (sana.sy), είναι αποκλεισμένη από τη μηχανή αναζήτησης της Google.
Αμερικανικές παρα-κυβερνητικές οργανώσεις όπως η
Γρήγορα έγινε αντιληπτό ότι το στρατηγικό σχέδιο για μια «έγχρωμη επανάσταση» δεν λειτουργούσε. Το συριακό κράτος ήταν πιο ανθεκτικό από όσο είχε προβλεφθεί. Ο Σύριος πρόεδρος Μπασάρ αλ Άσαντ ήταν πιο αγαπητός και σεβαστός από όσο περίμεναν οι υποκινητές της εξέγερσης. Επίσης έκανε αποδεκτά πολλά από τα αιτήματα των σοβαρών από τους διαμαρτυρόμενους. Το σύνταγμα αναθεωρήθηκε, επετράπη η λειτουργία νέων κομμάτων, έγιναν εκλογές και οι πιο επιθετικές από τις δυνάμεις ασφαλείας μπήκαν κάτω από αυστηρότερο έλεγχο. Οι κάτοικοι των μεγάλων πόλεων, αν και στην πλειοψηφία τους σουνίτες, δεν υποστήριξαν ούτε συντάχθηκαν με τους μαχητές της απόσχισης που πλήθαιναν και μαζί αυξανόταν και η βία. Λιποταξίες από τις συριακές ένοπλες δυνάμεις και αποσκιρτήσεις πολιτικών στελεχών υπήρξαν λίγες και χωρίς μεγάλη επιρροή. Η συριακή οικονομία, για κάποιο διάστημα, κρατούσε καλά. Η πλειοψηφία του πληθυσμού, καθώς και η κυβέρνηση, απέρριπταν κάθε συζήτηση για απόσχιση.
Οι εχθροί της Συρίας, έπρεπε να εντείνουν τις προσπάθειές τους. Η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ εξάντλησαν τις δυνατότητές τους, στρατολογώντας μαχητές τζιχάντ που ήταν πόθυμοι να πολεμήξσουν στη Συρία. Η CIA, χρησιμοποιώντας σαουδαραβικό χρήμα, ανέλαβε να τους τροφοδοτήσει με άφθονα όπλα και πυρομαχικά από όλο τον κόσμο. Παράλληλα, παρείχαν στις ομάδες της εξέγερσης εκπαίδευση και στρατιωτικές πληροφορίες. Στο εξωτερικό στήθηκε μια ομάδα εξορίστων που θα έπαιζε το ρόλο της μελλοντικής κυβέρνησης.
Η Συριακή κυβέρνηση, χρειάστηκε να υποχωρήσει για να διατηρήσει τις δυνάμεις της. Μεγάλες αγροτικές περιοχές κατελήφθησαν από τις δυνάμεις της εξέγερσης. Ο εκεί πληθυσμός διέφυγε μέσω των συνόρων και προς τις πόλεις. Όπου οι εξεγερμένοι επέδραμαν σε αστικές περιοχές, ήταν δύσκολο να απωθηθούν χωρίς να προκληθούν τεράστιες ζημιές στις υποδομές και τα κτίρια. Αλλά η Συριακή κυβέρνηση πήρε τα μαθήματά της. Με τη βοήθεια των συμμάχων της, του Ιράν και της Χεζμπολάχ, οι στρατιωτικές της μονάδες ανασυντάχθηκαν και προάρμοσαν την τακτική τους ώστε να αντιμετωπίσουν τις δυνάμεις των εξεγερμένων. Οργανώθηκαν παραστρατιωτικές μονάδες από ντόπιους, οι οποίες ανακαταλάμβαναν τις περιοχές που απελευθέρωνε ο στρατός από τους αντάρτες. Παράλληλα συνέχισαν να φτάνουν προμήθειες από τη Ρωσία.
Στην πλευρά των υποκινητών της εξέργερσης, μερικά πράγματα άρχισαν να μην πηγαίνουν καλά. Οι μαχητές της τζιχάντ που παρείχε η Σαουδική Αραβία, ήταν καλοί πολεμιστές, αλλά αρκετά «ιδεολόγοι», ώστε να μην ταιριάζουν στη γενικότερη αντίληψη της συριακής κοινωνίας. Άρχισαν να συγκρούονται με τον άμαχο πληθυσμό αλλά και τους ντόπιους μαχητές. Γύρω στα μέσα του Σεπτεμβρίου, ξεκίνησαν εχθροπραξίες στην βορειοανατολική Συρία, ανάμεσα σε ομάδες τζιχάντ και τοπικές συμμορίες ληστών. Διαφωνίες ανάμεσα σε ομάδες προσκείμενες στην Αλ Κάιντα, στο πώς θα κατανεμθούν οι προμήθειες όπλων από τη Λιβύη, οδήγησε στην εξέγερση της Βεγγάζης και τη δολοφονία του Αμερικανού πρέσβη. Παρά την επανασύσταση και τη συμπλήρωσή της με νέα πρόσωπα τουλάχιστον τρεις φορές, η ομάδα που προαλειφόταν σαν η «εξόριστη κυβέρνηση» αποδείχτηκε αναποτελεσματική λόγω διχόνοιας και εσωτερικών ερίδων ανάμεσα στους υποστηρικτές της. Η καμπάνια των μέσων ενημέρωσης για τους «ειρηνικούς διαδηλωτές κατέρρευσε καθώς όλο και περισσότερες ειδήσεις, εικόνες και βίντεο από τις σφαγές των ανταρτών έρχονταν στο φως. Ο κόσμος σε εκείνες τις χώρες που υποστήριζαν την εξέγερση, στράφηκαν εναντίον κάθε ανάμειξης στη σύγκρουση. 

Συνεχίζεται το Δεύτερο Μέρος
Σχετικά άρθρα σε αυτό το μπλογκ:
Πάλι φταίει το Ισλάμ;

 

No comments:

Post a Comment