Γράφει ο Κ.Χ. Χαραλαμπίδης
Τελικά φαίνεται ότι μερικοί αρέσκονται σε κάθε ευκαιρία που τους παρουσιάζεται, να παρουσιάζουν τον φασίστα δικτάτορα Μεταξά, εκτός από «υπερπατριώτη» και «ήρωα», σαν τον υπεράνθρωπο, που δεν άφηνε δουλειά ή πρόβλημα να πέσει κάτω όπως ο καλοκαιρινός μανάβης διαφημίζει τα καρπούζια του με την πατροπαράδοτη κραυγή: «όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω»… Όταν τους ακούει κανείς να αφηγούνται τα κατορθώματα του τεράστιου νάνου της ιστορίας, νομίζει ότι μοιάζει σαν κάτι μεταξύ Σούπερμαν, Χριστού και …Τιραμόλα. Τη μια η ίδρυση του ΙΚΑ, την άλλη το ΟΧΙ, την άλλη το δάνειο των Βέλγων.
Τους καταλαβαίνω. Έχουν πολλούς λόγους να βιάζουν με αυτόν τον τρόπο την κοινή λογική και να διαστρεβλώνουν την ιστορία…Μόνο που το ψέμμα πάντα έχει κοντά ποδάρια και εύκολα αποκαλύπτεται… Ειδικά στις μέρες μας…
Για το αν είπε ο Μεταξάς το ΟΧΙ το 1940 ή ο λαός, έχουν γραφτεί πάρα πολλά. Για την ακρίβεια, το σωστό ερώτημα που τίθεται είναι αν η όποια άρνηση εξέφρασε προς τον Ιταλό Πρέσβη εκείνο το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου 1940, μπορεί να σταθεί στο ύψος του μεγαλειώδους όχι που εξέφρασε ο ίδιος ο ελληνικός λαός στα πεδία των μαχών. Εν πάσει περιπτώσει, έχουν ειπωθεί και γραφτεί πολλά σχετικά, και δεν είναι αυτό το θέμα μου σήμερα.
Για το αν ο Μεταξάς ίδρυσε ή όχι το ΙΚΑ και καθιέρωσε το θεσμό των κοινωνικών ασφαλίσεων στην Ελλάδα, μια πρώτη προσέγγιση υπάρχει εδώ.
Για σήμερα, θέλησα να ασχοληθώ με την ιστορία του βελγικού δανείου… Κι αυτό γιατί τα τελευταία χρόνια της κρίσης και της αναμφισβήτητης χρεωκοπίας της χώρας, κάποιοι επιτήδειοι το επαναφέρουν με κάθε ευκαιρία σαν ένα ακόμα δείγμα «φιλολαϊκής» πολιτικής του «πατερούλη». Με προφανή στόχο να κεφαλαιοποιήσουν την εικόνα του προς όφελος των σημερινών μαύρων επιδιώξεών τους.
Ποια είναι λοιπόν η ιστορία του βελγικού δανείου και ποια η στάση της κυβέρνησης Μεταξά; Διαβάζοντας, όσα γράφονται κατά καιρούς, Ο Ι. Μεταξάς, αρνήθηκε την αποπληρωμή ενός δανείου προς την βελγική τράπεζα Société Générale de Belgique, με το επιχείρημα ότι λόγω έκτακτων καταστάσεων, η κυβέρνηση έπρεπε να προστατεύσει το βιοτικό επίπεδο και την ευημερία του ελληνικού λαού. Η Βελγική τράπεζα, προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, όπου η ελληνική πλευρά (ο Μεταξάς) εξέθεσε τα επιχειρήματά της και τελικά δικαιώθηκε με την απόφαση του Δικαστηρίου.
Η άποψη αυτή, διαδόθηκε ευρέως, αρχικά στο διαδίκτυο και στη συνέχεια σε διάφορα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, φθάνοντας μάλιστα στοο σημείο να συζητιέται ευρέως την «εποχή των πλατειών», σαν η εναλλακτική «πατριωτική» λύση στο πρόβλημα του χρέους. Έγιναν όμως έτσι τα πράγματα;
Μετά από μια μελέτη σε όσα έχουν γραφτεί μέχρι τώρα, διαπίστωσα ότι για διάφορους λόγους, πέρα από γενικές αναφορές, η ίδια η ιστορία του δανείου, συνεχίζει να μένει σκοτεινή… Στράφηκα λοιπόν προς τη διεθνή βιβλιογραφία, μήπως και φωτίσω περισσότερο κάποια σημεία. Ήμουν τυχερός γιατί βρήκα γρήγορα την ίδια τη δικαστική απόφαση!... Δεν είμαι νομικός, αλλά διαβάζοντας την βρήκα αρκετά κατανοητή, και με τη βοήθεια του διαδικτύου δεν είχα σημαντικό πρόβλημα ούτε και με τη νομική ορολογία που περιέχεται σε αυτήν. Ας δούμε λοιπόν κάποιες λεπτομέρειες:
Η απόφαση του «Μόνιμου Δικαστηρίου Διεθνούς Δικαίου» που είχε ιδρυθεί από την Κοινωνία των Εθνών και είχε έδρα τη Χάγη, είναι γραμμένη σε γαλλικά και αγγλικά και έχει ημερομηνία 15 Ιουνίου 1939. Στην αρχή κάνει μια λεπτομερή περιγραφή του ιστορικού της υπόθεσης του δανείου, από τη σύναψή του μέχρι τις ημέρες της διεξαγωγής της δίκης. Στη συνέχεια, αναφέρει επίσης αναλυτικά τις προτάσεις, αντιπροτάσεις κλπ των δύο πλευρών προς το δικαστήριο. Και τέλος αιτιολογεί την απόφασή του. Παραθέτω περιληπτικά το ιστορικό της υπόθεσης, την εξέλιξη της δίκης και την απόφαση.
Τελικά φαίνεται ότι μερικοί αρέσκονται σε κάθε ευκαιρία που τους παρουσιάζεται, να παρουσιάζουν τον φασίστα δικτάτορα Μεταξά, εκτός από «υπερπατριώτη» και «ήρωα», σαν τον υπεράνθρωπο, που δεν άφηνε δουλειά ή πρόβλημα να πέσει κάτω όπως ο καλοκαιρινός μανάβης διαφημίζει τα καρπούζια του με την πατροπαράδοτη κραυγή: «όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω»… Όταν τους ακούει κανείς να αφηγούνται τα κατορθώματα του τεράστιου νάνου της ιστορίας, νομίζει ότι μοιάζει σαν κάτι μεταξύ Σούπερμαν, Χριστού και …Τιραμόλα. Τη μια η ίδρυση του ΙΚΑ, την άλλη το ΟΧΙ, την άλλη το δάνειο των Βέλγων.
Τους καταλαβαίνω. Έχουν πολλούς λόγους να βιάζουν με αυτόν τον τρόπο την κοινή λογική και να διαστρεβλώνουν την ιστορία…Μόνο που το ψέμμα πάντα έχει κοντά ποδάρια και εύκολα αποκαλύπτεται… Ειδικά στις μέρες μας…
Για το αν είπε ο Μεταξάς το ΟΧΙ το 1940 ή ο λαός, έχουν γραφτεί πάρα πολλά. Για την ακρίβεια, το σωστό ερώτημα που τίθεται είναι αν η όποια άρνηση εξέφρασε προς τον Ιταλό Πρέσβη εκείνο το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου 1940, μπορεί να σταθεί στο ύψος του μεγαλειώδους όχι που εξέφρασε ο ίδιος ο ελληνικός λαός στα πεδία των μαχών. Εν πάσει περιπτώσει, έχουν ειπωθεί και γραφτεί πολλά σχετικά, και δεν είναι αυτό το θέμα μου σήμερα.
Για το αν ο Μεταξάς ίδρυσε ή όχι το ΙΚΑ και καθιέρωσε το θεσμό των κοινωνικών ασφαλίσεων στην Ελλάδα, μια πρώτη προσέγγιση υπάρχει εδώ.
Για σήμερα, θέλησα να ασχοληθώ με την ιστορία του βελγικού δανείου… Κι αυτό γιατί τα τελευταία χρόνια της κρίσης και της αναμφισβήτητης χρεωκοπίας της χώρας, κάποιοι επιτήδειοι το επαναφέρουν με κάθε ευκαιρία σαν ένα ακόμα δείγμα «φιλολαϊκής» πολιτικής του «πατερούλη». Με προφανή στόχο να κεφαλαιοποιήσουν την εικόνα του προς όφελος των σημερινών μαύρων επιδιώξεών τους.
Ποια είναι λοιπόν η ιστορία του βελγικού δανείου και ποια η στάση της κυβέρνησης Μεταξά; Διαβάζοντας, όσα γράφονται κατά καιρούς, Ο Ι. Μεταξάς, αρνήθηκε την αποπληρωμή ενός δανείου προς την βελγική τράπεζα Société Générale de Belgique, με το επιχείρημα ότι λόγω έκτακτων καταστάσεων, η κυβέρνηση έπρεπε να προστατεύσει το βιοτικό επίπεδο και την ευημερία του ελληνικού λαού. Η Βελγική τράπεζα, προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, όπου η ελληνική πλευρά (ο Μεταξάς) εξέθεσε τα επιχειρήματά της και τελικά δικαιώθηκε με την απόφαση του Δικαστηρίου.
Η άποψη αυτή, διαδόθηκε ευρέως, αρχικά στο διαδίκτυο και στη συνέχεια σε διάφορα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, φθάνοντας μάλιστα στοο σημείο να συζητιέται ευρέως την «εποχή των πλατειών», σαν η εναλλακτική «πατριωτική» λύση στο πρόβλημα του χρέους. Έγιναν όμως έτσι τα πράγματα;
Μετά από μια μελέτη σε όσα έχουν γραφτεί μέχρι τώρα, διαπίστωσα ότι για διάφορους λόγους, πέρα από γενικές αναφορές, η ίδια η ιστορία του δανείου, συνεχίζει να μένει σκοτεινή… Στράφηκα λοιπόν προς τη διεθνή βιβλιογραφία, μήπως και φωτίσω περισσότερο κάποια σημεία. Ήμουν τυχερός γιατί βρήκα γρήγορα την ίδια τη δικαστική απόφαση!... Δεν είμαι νομικός, αλλά διαβάζοντας την βρήκα αρκετά κατανοητή, και με τη βοήθεια του διαδικτύου δεν είχα σημαντικό πρόβλημα ούτε και με τη νομική ορολογία που περιέχεται σε αυτήν. Ας δούμε λοιπόν κάποιες λεπτομέρειες:
Η απόφαση του «Μόνιμου Δικαστηρίου Διεθνούς Δικαίου» που είχε ιδρυθεί από την Κοινωνία των Εθνών και είχε έδρα τη Χάγη, είναι γραμμένη σε γαλλικά και αγγλικά και έχει ημερομηνία 15 Ιουνίου 1939. Στην αρχή κάνει μια λεπτομερή περιγραφή του ιστορικού της υπόθεσης του δανείου, από τη σύναψή του μέχρι τις ημέρες της διεξαγωγής της δίκης. Στη συνέχεια, αναφέρει επίσης αναλυτικά τις προτάσεις, αντιπροτάσεις κλπ των δύο πλευρών προς το δικαστήριο. Και τέλος αιτιολογεί την απόφασή του. Παραθέτω περιληπτικά το ιστορικό της υπόθεσης, την εξέλιξη της δίκης και την απόφαση.
1) Το δάνειο
υπογράφεται το 1925. Η Τράπεζα αναλαμβάνει να χρηματοδοτήσει και να επιβλέψει
ένα έργο κατασκευής σιδηροτροχιών για το δίκτυο των ελληνικών σιδηροδρόμων. Η
αμοιβή της ορίζεται σε 21 περίπου εκατομμύρια δολλάρια σε χρυσό, για τα οποία η
ελληνική κυβέρνηση εκδίδει ισόποσα ομόλογα. Το έργο προχωράει μέχρι το 1932,
οπότε κηρύσσεται το «χρεοστάσιο», η Ελλάδα δηλαδή χρεοκοπεί.
2) Με την κήρυξη του χρεοστασίου, σταματούν οι πληρωμές «κουπονιών» των ομολογιακών δανείων, μαζί και της Βελγικής Τράπεζας. Η ελληνικές κυβερνήσεις, δεν αρνούνται να πληρώσουν τα δάνεια, αλλά θέτουν θέμα «δημοσιονομικής αδυναμίας», και επικαλούνται σχετικές αποφάσεις της Κοινωνίας των Εθνών που δίνουν οδηγίες για νομικές ρυθμίσεις σχετικών θεμάτων. Να σημειώσουμε ότι ήδη από την καπιταλιστική κρίση του 1870, μέχρι και τα χρόνια που ακολούθησαν τη λήξη του Α’ ΠΠ και την μεγάλη κρίση του 1929, οι χρεοκοπίες κρατών ήταν πολύ συνηθισμένες. Τα προβλήματα ήταν έντονα και η Κοινωνία των Εθνών είχει ασχοληθεί εκδίδοντας αλλεπάληλλες αποφάσεις για να τις διευθετήσει. Στα πλαίσια των διευθετήσεων αυτών είχε καθιερωθεί ο όρος της «δημοσιονομικής αδυναμίας», σαν σημείου που μπορούσε να δικαιολογήσει την στάση πληρωμών των υποχρεώσεων ενός κράτους, εφ’ όσον, δεν έπρεπε να θιγεί ένα μίνιμουμ βιοτικό επίπεδο του λαού, πράγμα που θα μπορούσε να οδηγήσει σε «κοινωνική αναταραχή». Οι ρυθμίσεις αυτές πρόβλεπαν διαγραφή μέρους του χρέους και επιμήκυνση αποπληρωμής με χαμηλό επιτόκιο.
Η Ελλάδα, με βάσει αυτές προχωρά σε διαπραγματεύσεις για επιμήκυνση πληρωμών με βάση κάποιο μικρό επιτόκιο. Οι διαπραγματεύσεις αυτές φαίνονται να πηγαίνουν καλά, όσο αντιμετωπίζονται σαν συνολικό εξωτερικό χρέος και οι όροι πληρωμής (χρόνος, επιτόκιο, δόσεις) παίρνουν μια κοινή μορφή… Οι πληρωμές αρχίζουν να προχωρούν μέσα στο 1935. Φυσικά πλήρωνε ο ελληνικός λαός όπως γίνεται πάντα, σε σημείο να έχει εξαθλιωθεί και να διαδηλώνει κάθε μέρα στους δρόμους, αντιμετωπίζοντας τα όπλα των χωροφυλάκων.
3) Για κάποιους λόγους που δεν ξέρω (δεν είμαι και νομικός), το δάνειο της βελγικής τράπεζας δεν εντάχθηκε με τα υπόλοιπα αλλά η τράπεζα το παρέπεμψε στη διαδικασία της διαιτησίας, όπως πρόβλεπε η σύμβαση του. Η Ελλάδα αντέδρασε μάλλον χλιαρά και η διαιτησία κατέληξε σε δύο αποφάσεις το Γενάρη και τον Ιούλιο του 36, πριν δηλαδή και μετά την πραξικοπηματική απόφαση του Βασιλιά με την ανοχή των αστικών κομμάτων για άνοδο του Μεταξά στην πρωθυπουργία (27 Απριλίου). Οι αποφάσεις υποχρεώνουν την Ελλάδα, να πληρώσει το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό (6.7 εκατ. δολλάρια) με ένα ψηλό επιτόκιο 5%, να επιστρέψει την εγγυητική επιστολή της Εταιρείας και να πληρώσει τις υποχρεώσεις της προς τους υπεργολάβους που βρίσκονται στην Ελλάδα… Η ελληνική δικτατορική κυβέρνηση Μεταξά, συμμορφώνεται πλήρως και χωρίς αντίρρηση με τους δύο από τους τρεις όρους της απόφασης… Επιστρέφει την εγγυητική επιστολή (παρά το γεγονός ότι 1.7 εκατ. από το δάνειο δεν έχουν ποτέ εκταμιευτεί) και πληρώνει ένα εκατομ. οφειλές της εταιρείας στους υπεργολάβους… Η Εταιρεία ζητάει και την αποπληρωμή του δανείου, οπότε αρχίζει μια διελκυστίνδα παζαριού του στυλ «δώσε μας 4 εκατ.»… «δεν έχω, πάρτε 300χιλ.» Το παζάρι κρατάει όλο το 1936, και το 1937, οπότε για λογαριασμό της Εταιρείας παρεμβαίνει η Κυβέρνηση του Βελγίου, η οποία και απευθύνεται το 1938 στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
4) Από τότε και μέχρι την ολοκλήρωση της δίκης τον Μάη του 39, η οικονομική διελκυστίνδα συνεχίζεται παράλληλα με μια «νομική» διελκυστίνδα. Η βελγική πλευρά, πιέζει προς το δικαστήριο να πετύχει μία καταδίκη της Ελλάδας για παραβίαση διεθνών συμφωνιών, μια τακτική που εγκαταλείπει προς το τέλος, όταν εξασφαλίζει τη δέσμευση της Ελλάδας ότι δεν αρνείται την αποπληρωμή του χρέους. Πράγματι η ελληνική πλευρά, δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι δεν αμφισβητεί στο παραμικρό τις υποχρεώσεις της, ότι θα πληρώσει το σύνολο του χρέους, όπως εκπλήρωσε και τις άλλες υποχρεώσεις της προς τον δανειστή, και ζητά μόνο αυτό να γίνει με τους όρους που ισχύουν για το υπόλοιπο εξωτερικό χρέος, δηλαδή μεγαλύτερη επιμήκυνση, μικρότερες δόσεις και χαμηλό επιτόκιο. Επικαλείται γι’ αυτό την (πραγματική) αδυναμία πληρωμής, λόγω δημοσιονομικών προβλημάτων, έλλειψης αποθεμάτων σε χρυσό και ταυτόχρονης αποπληρωμής των δόσεων του εξωτερικού χρέους. Η φρασεολογία περί «δημοσιονομικής αδυναμίας» και προστασίας του βιοτικού επιπέδου του λαού, είναι τυποποιημένος τρόπος παρουσίασης των προτάσεων στο δικαστήριο, όπως εξήγησα πιο πάνω.
5) Με την ολοκλήρωση των ακροάσεων, οι δύο πλευρές βρίσκονταν σε τέτοιο σημείο συνεννόησης, ώστε η βελγική πλευρά απέσυρε το μεγαλύτερο μέρος των αιτημάτων της και δήλωσε ότι είναι πρόθυμη να συμφωνήσει με την Ελλάδα σε έναν διακανονισμό «εύλογο και δίκαιο» (ex aequo et bono), που να παίρνει υπ’ όψη τις δυνατότητές της κατά το διεθνές δίκαιο. Το δικαστήριο δεν είχε παρά να συμφωνήσει, αν και από όσα κατάλαβα, μάλλον τα έχωσε στους Βέλγους που το απασχόλησαν χωρίς λόγο, αφού η Ελλάδα δήλωνε με έμφαση ότι θα τηρήσει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις της, οπότε έπρεπε να επιδιώξουν συνεννόηση από την αρχή…
Αυτά λοιπόν είναι τα «ηρωϊκά γεγονότα», με τη συμμετοχή του «υπερπατριώτη» δικτάτορα. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι, με την έναρξη του 2ου ΠΠ, η αποπληρωμές όλων των δανείων σταμάτησαν. Αλλά μεταπολεμικά, οι ελληνικές κυβερνήσεις φρόντισαν να αποπληρώσουν το σύνολο των προπολεμικών χρεών στο ακέραιο. Η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα που επλήρωσε τις προπολεμικές δανειακές της υποχρεώσεις από όσες ενεπλάκησαν στον πόλεμο! Οι πληρωμές γίνονταν μέχρι και τη δεκαετία του 60! Και κάποιοι γνωστοί ανεγκέφαλοι, επιμένουν να αναφέρονται στον Μεταξά σαν παράδειγμα δήθεν ανεξάρτητης φιλολαϊκής πολιτικής και να κάνουν συγκρίσεις με το σήμερα.
Σίγουρα τίποτε δεν είναι ίδιο… Ή μήπως όχι; Όπως έλεγε και ο Παπάζογλου, «όλα τριγύρω αλλάζουνε, κι όλα τα ίδια μένουν»… Ο καπιταλισμός είναι ο ίδιος, ηλίθιοι… Και τα τσιράκια του ίδια είναι… Ανθρωπάκια που τρέχουν γλύφοντας πίσω από τα αφεντικά, ντόπια και ξένα… Από το Βενιζέλο του 32, στον Τσαλδάρη και το Σοφούλη κι από κει στον φασίστα δικτάτορα… Και πάντα να την πληρώνει ο λαός… Από τα ιδιώνυμα και τις εξορίες το 29-32, στο όπλο του χωροφύλακα το 35-36 κι από κει στον πάγο και το ρετσινόλαδο… Τα ίδια όπως και σήμερα. Το κεφάλαιο να είναι καλά, και οι «ηγετικές πατριωτικές προσωπικότητες» που κάποιοι επιμένουν να τις ανασύρουν κάθε φορά από τη λήθη της ιστορίας για να εξυπηρετήσουν τους άνομους σκοπούς τους.
2) Με την κήρυξη του χρεοστασίου, σταματούν οι πληρωμές «κουπονιών» των ομολογιακών δανείων, μαζί και της Βελγικής Τράπεζας. Η ελληνικές κυβερνήσεις, δεν αρνούνται να πληρώσουν τα δάνεια, αλλά θέτουν θέμα «δημοσιονομικής αδυναμίας», και επικαλούνται σχετικές αποφάσεις της Κοινωνίας των Εθνών που δίνουν οδηγίες για νομικές ρυθμίσεις σχετικών θεμάτων. Να σημειώσουμε ότι ήδη από την καπιταλιστική κρίση του 1870, μέχρι και τα χρόνια που ακολούθησαν τη λήξη του Α’ ΠΠ και την μεγάλη κρίση του 1929, οι χρεοκοπίες κρατών ήταν πολύ συνηθισμένες. Τα προβλήματα ήταν έντονα και η Κοινωνία των Εθνών είχει ασχοληθεί εκδίδοντας αλλεπάληλλες αποφάσεις για να τις διευθετήσει. Στα πλαίσια των διευθετήσεων αυτών είχε καθιερωθεί ο όρος της «δημοσιονομικής αδυναμίας», σαν σημείου που μπορούσε να δικαιολογήσει την στάση πληρωμών των υποχρεώσεων ενός κράτους, εφ’ όσον, δεν έπρεπε να θιγεί ένα μίνιμουμ βιοτικό επίπεδο του λαού, πράγμα που θα μπορούσε να οδηγήσει σε «κοινωνική αναταραχή». Οι ρυθμίσεις αυτές πρόβλεπαν διαγραφή μέρους του χρέους και επιμήκυνση αποπληρωμής με χαμηλό επιτόκιο.
Η Ελλάδα, με βάσει αυτές προχωρά σε διαπραγματεύσεις για επιμήκυνση πληρωμών με βάση κάποιο μικρό επιτόκιο. Οι διαπραγματεύσεις αυτές φαίνονται να πηγαίνουν καλά, όσο αντιμετωπίζονται σαν συνολικό εξωτερικό χρέος και οι όροι πληρωμής (χρόνος, επιτόκιο, δόσεις) παίρνουν μια κοινή μορφή… Οι πληρωμές αρχίζουν να προχωρούν μέσα στο 1935. Φυσικά πλήρωνε ο ελληνικός λαός όπως γίνεται πάντα, σε σημείο να έχει εξαθλιωθεί και να διαδηλώνει κάθε μέρα στους δρόμους, αντιμετωπίζοντας τα όπλα των χωροφυλάκων.
3) Για κάποιους λόγους που δεν ξέρω (δεν είμαι και νομικός), το δάνειο της βελγικής τράπεζας δεν εντάχθηκε με τα υπόλοιπα αλλά η τράπεζα το παρέπεμψε στη διαδικασία της διαιτησίας, όπως πρόβλεπε η σύμβαση του. Η Ελλάδα αντέδρασε μάλλον χλιαρά και η διαιτησία κατέληξε σε δύο αποφάσεις το Γενάρη και τον Ιούλιο του 36, πριν δηλαδή και μετά την πραξικοπηματική απόφαση του Βασιλιά με την ανοχή των αστικών κομμάτων για άνοδο του Μεταξά στην πρωθυπουργία (27 Απριλίου). Οι αποφάσεις υποχρεώνουν την Ελλάδα, να πληρώσει το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό (6.7 εκατ. δολλάρια) με ένα ψηλό επιτόκιο 5%, να επιστρέψει την εγγυητική επιστολή της Εταιρείας και να πληρώσει τις υποχρεώσεις της προς τους υπεργολάβους που βρίσκονται στην Ελλάδα… Η ελληνική δικτατορική κυβέρνηση Μεταξά, συμμορφώνεται πλήρως και χωρίς αντίρρηση με τους δύο από τους τρεις όρους της απόφασης… Επιστρέφει την εγγυητική επιστολή (παρά το γεγονός ότι 1.7 εκατ. από το δάνειο δεν έχουν ποτέ εκταμιευτεί) και πληρώνει ένα εκατομ. οφειλές της εταιρείας στους υπεργολάβους… Η Εταιρεία ζητάει και την αποπληρωμή του δανείου, οπότε αρχίζει μια διελκυστίνδα παζαριού του στυλ «δώσε μας 4 εκατ.»… «δεν έχω, πάρτε 300χιλ.» Το παζάρι κρατάει όλο το 1936, και το 1937, οπότε για λογαριασμό της Εταιρείας παρεμβαίνει η Κυβέρνηση του Βελγίου, η οποία και απευθύνεται το 1938 στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
4) Από τότε και μέχρι την ολοκλήρωση της δίκης τον Μάη του 39, η οικονομική διελκυστίνδα συνεχίζεται παράλληλα με μια «νομική» διελκυστίνδα. Η βελγική πλευρά, πιέζει προς το δικαστήριο να πετύχει μία καταδίκη της Ελλάδας για παραβίαση διεθνών συμφωνιών, μια τακτική που εγκαταλείπει προς το τέλος, όταν εξασφαλίζει τη δέσμευση της Ελλάδας ότι δεν αρνείται την αποπληρωμή του χρέους. Πράγματι η ελληνική πλευρά, δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι δεν αμφισβητεί στο παραμικρό τις υποχρεώσεις της, ότι θα πληρώσει το σύνολο του χρέους, όπως εκπλήρωσε και τις άλλες υποχρεώσεις της προς τον δανειστή, και ζητά μόνο αυτό να γίνει με τους όρους που ισχύουν για το υπόλοιπο εξωτερικό χρέος, δηλαδή μεγαλύτερη επιμήκυνση, μικρότερες δόσεις και χαμηλό επιτόκιο. Επικαλείται γι’ αυτό την (πραγματική) αδυναμία πληρωμής, λόγω δημοσιονομικών προβλημάτων, έλλειψης αποθεμάτων σε χρυσό και ταυτόχρονης αποπληρωμής των δόσεων του εξωτερικού χρέους. Η φρασεολογία περί «δημοσιονομικής αδυναμίας» και προστασίας του βιοτικού επιπέδου του λαού, είναι τυποποιημένος τρόπος παρουσίασης των προτάσεων στο δικαστήριο, όπως εξήγησα πιο πάνω.
5) Με την ολοκλήρωση των ακροάσεων, οι δύο πλευρές βρίσκονταν σε τέτοιο σημείο συνεννόησης, ώστε η βελγική πλευρά απέσυρε το μεγαλύτερο μέρος των αιτημάτων της και δήλωσε ότι είναι πρόθυμη να συμφωνήσει με την Ελλάδα σε έναν διακανονισμό «εύλογο και δίκαιο» (ex aequo et bono), που να παίρνει υπ’ όψη τις δυνατότητές της κατά το διεθνές δίκαιο. Το δικαστήριο δεν είχε παρά να συμφωνήσει, αν και από όσα κατάλαβα, μάλλον τα έχωσε στους Βέλγους που το απασχόλησαν χωρίς λόγο, αφού η Ελλάδα δήλωνε με έμφαση ότι θα τηρήσει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις της, οπότε έπρεπε να επιδιώξουν συνεννόηση από την αρχή…
Αυτά λοιπόν είναι τα «ηρωϊκά γεγονότα», με τη συμμετοχή του «υπερπατριώτη» δικτάτορα. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι, με την έναρξη του 2ου ΠΠ, η αποπληρωμές όλων των δανείων σταμάτησαν. Αλλά μεταπολεμικά, οι ελληνικές κυβερνήσεις φρόντισαν να αποπληρώσουν το σύνολο των προπολεμικών χρεών στο ακέραιο. Η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα που επλήρωσε τις προπολεμικές δανειακές της υποχρεώσεις από όσες ενεπλάκησαν στον πόλεμο! Οι πληρωμές γίνονταν μέχρι και τη δεκαετία του 60! Και κάποιοι γνωστοί ανεγκέφαλοι, επιμένουν να αναφέρονται στον Μεταξά σαν παράδειγμα δήθεν ανεξάρτητης φιλολαϊκής πολιτικής και να κάνουν συγκρίσεις με το σήμερα.
Σίγουρα τίποτε δεν είναι ίδιο… Ή μήπως όχι; Όπως έλεγε και ο Παπάζογλου, «όλα τριγύρω αλλάζουνε, κι όλα τα ίδια μένουν»… Ο καπιταλισμός είναι ο ίδιος, ηλίθιοι… Και τα τσιράκια του ίδια είναι… Ανθρωπάκια που τρέχουν γλύφοντας πίσω από τα αφεντικά, ντόπια και ξένα… Από το Βενιζέλο του 32, στον Τσαλδάρη και το Σοφούλη κι από κει στον φασίστα δικτάτορα… Και πάντα να την πληρώνει ο λαός… Από τα ιδιώνυμα και τις εξορίες το 29-32, στο όπλο του χωροφύλακα το 35-36 κι από κει στον πάγο και το ρετσινόλαδο… Τα ίδια όπως και σήμερα. Το κεφάλαιο να είναι καλά, και οι «ηγετικές πατριωτικές προσωπικότητες» που κάποιοι επιμένουν να τις ανασύρουν κάθε φορά από τη λήθη της ιστορίας για να εξυπηρετήσουν τους άνομους σκοπούς τους.
Παρακάτω μπορεί να βρει κανείς:
α) Την απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης, στην ηλεκτρονική διεύθυνση:
http://www.icj-cij.org/pcij/serie_AB/AB_78/01_Societe_commerciale_de_Belgique_Arret.pdf
β) Τρία
άρθρα από το διαδίκτυο,ενδεικτικά του τρόπου που γενικά αντιμετωπίζεται το
θέμα, από διαφορετικές πλευρές:
This comment has been removed by a blog administrator.
ReplyDelete